Σιν

Σιν
ο, ΝΑ
μυθ. σεληνιακός θεός τών Σουμερίων, τών Ακκαδίων και τών αρχαίων Αράβων, που κατά τη μυθολογία ήταν πατέρας τού Σαμάς, θεού τού Ηλίου, και τής Αστάρτης.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • Σιν Κιανγκ — (Sin Kiang). Αυτόνομη περιοχή της Κίνας στην κεντρική Ασία. (1.600.000 τ. χλμ., 15.155.778 κάτ.). Ο πληθυσμός αποτελείται κυρίως από Τουρκομάνους και σε μικρότερο ποσοστό από Κιργίσιους, Μογγόλους, Καλμούχους και Τουνγκάνους, που μιλούν την… …   Dictionary of Greek

  • Ιράκ — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία του Ιράκ Έκταση: 437.072 τ. χλμ. Πληθυσμός: 24.001.816 (2002) Πρωτεύουσα: Βαγδάτη (4.478.000 κάτ. το 1995)Κράτος της νοτιοδυτικής Ασίας στη Μέση Ανατολή. Συνορεύει στα Β με την Τουρκία, στα Δ με τη Συρία και την… …   Dictionary of Greek

  • Ηνωμένο Βασίλειο — Επίσημη ονομασία: Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και της Βορείου Ιρλανδίας Συντομευμένη ονομασία: Μεγάλη Βρετανία Έκταση: 244.820 τ. χλμ. Πληθυσμός: 59.647.790 (2001) Πρωτεύουσα: Λονδίνο (6.962.319 κάτ. το 2001)Κράτος της βορειοδυτικής… …   Dictionary of Greek

  • συνίσασιν — συνίσᾱσιν , σύνοιδα know perf ind act 3rd pl συνίσᾱσιν , σύνοιδα know pres ind act 3rd pl (doric) συνίσᾱσιν , σύνοιδα know pres ind act 3rd sg συνίσᾱσιν , συνίζω sit together aor part act masc/neut dat pl (attic epic ionic) συνίσᾱσιν ,… …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • διωρίκασιν — διωρίκᾱσιν , διά ὁρίζω divide perf ind act 3rd pl διωρίκᾱσιν , διά ὀρίνω stir perf ind act 3rd pl διωρίκᾱσιν , διά ὡρίζω perf ind act 3rd pl διωρίκᾱσιν , διά ὠρίζω perf ind act 3rd pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ποτίσασιν — ποτίσᾱσιν , ποτίζω give to drink aor part act masc/neut dat pl (attic epic ionic) ποτίσᾱσιν , πρόσοιδα know besides perf ind act 3rd pl (epic doric) ποτίσᾱσιν , πρόσοιδα know besides pres ind act 3rd pl (epic doric) ποτίσᾱσιν , πρόσοιδα know… …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προσδοκήσασιν — προσδοκήσᾱσιν , προσδοκάω expect aor part act masc/neut dat pl (attic epic ionic) προσδοκήσᾱσιν , προσδοκάω expect aor part act masc/neut dat pl (attic epic ionic) προσδοκήσᾱσιν , προσδοκέω expect aor part act masc/neut dat pl (attic epic… …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προίσασιν — προίσᾱσιν , πρόοιδα know beforehand perf ind act 3rd pl προίσᾱσιν , πρόοιδα know beforehand pres ind act 3rd pl (doric) προίσᾱσιν , πρόοιδα know beforehand pres ind act 3rd sg προίσᾱσιν , προίζομαι take the first seat aor part act masc/neut… …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • συναθροίσασιν — συναθροίσᾱσιν , συναθροίζω gather together aor part act masc/neut dat pl (attic epic ionic) συναθροΐσᾱσιν , συναθροίζω gather together aor part act masc/neut dat pl (attic epic ionic) συναθροίσᾱσιν , συναθροίζω gather together aor part act… …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀποδοκιμάσασιν — ἀποδοκιμά̱σᾱσιν , ἀποδοκιμάω reject aor part act masc/neut dat pl (attic epic doric ionic aeolic) ἀποδοκιμά̱σᾱσιν , ἀποδοκιμάω reject aor part act masc/neut dat pl (attic epic doric ionic aeolic) ἀποδοκιμάσᾱσιν , ἀποδοκιμάζω reject on scrutiny …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”